Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2016

Αμφισβήτηση και Απαξίωση

«Το κλειδί στην αναζήτηση της γνώσης είναι η διαρκής αμφισβήτηση». Αμέτρητες φορές συναντάμε αυτήν τη φράση μπροστά μας και - όπως άλλωστε είναι και λογικό, για μία δυτική κοινωνία, γαλουχημένη με τις αρχές του Διαφωτισμού - δύσκολα διαφωνούμε μαζί της. Την υπακούμε με σχεδόν θρησκευτική ευλάβεια· δεν αποτολμάμε να την αμφισβητήσουμε, όπως η ίδια επιτάσσει. Μήπως λοιπόν, όταν τα πάντα απαιτείται να τεθούν υπό αμφισβήτηση, είναι πρώτη η ίδια η αρχή της αμφισβήτησης που πρέπει να μπει στο μικροσκόπιο;


Είναι ένα μεγάλο διανοητικό ταξίδι το κατά πόσον ένας κανόνας, μία αρχή, όταν έχει περιοριστικό χαρακτήρα λειτουργεί και αυτο-περιοριστικά - αναφέρεται δηλαδή ο περιορισμός αυτός και στον ίδιο τον κανόνα ή όχι. Αλλά δε βρίσκεται στο τέλος αυτού του ταξιδιού η ουσία ή τουλάχιστον δε βρίσκεται εκεί η ουσία της συγκεκριμένης πρότασης. Είναι το ίδιο το περιεχόμενο αυτό που κατά κύριο λόγο απασχολεί και που οδηγεί σε παιχνίδια ισορροπίας ανάμεσα σε έννοιες που είτε βρίσκονται κοντά είτε μέσω του φακού της καθημερινής μας εμπειρίας φαίνονται κοντά.

Αρχικά, είναι σαφές ότι η γνώση καθενός μας, καθε στιγμή, χωρίζεται σε δύο κατηγορίες: στην έως τώρα υπάρχουσα γνώση και στην προσλαμβανόμενη γνώση. Η αμφισβήτηση δεν μπορεί παρά να αναφέρεται και στις δύο κατηγορίες, καθότι η διαρκής αμφισβήτηση αποκλειστικά της «ερχόμενης» γνώσης οδηγεί σε μία κατάσταση δογματισμού - ως αντίδραση στην οποία γεννήθηκε άλλωστε η όλη φιλοσοφία της αμφισβήτησης - ενώ η διαρκής αμφισβήτηση μόνο της υπάρχουσας γνώσης οδηγεί σε μία διαρκή πνευματική αστάθεια και στην απαξίωση της νέας γνώσης - αν αυτό που ήρθε ως νέο μέλλει να αμφισβητηθεί μόλις εδραιωθεί, χωρίς όμως να έχει αμβισβητηθεί προηγουμένως, ποια είναι πραγματικά η αξία του; Επομένως, η αμφισβήτηση διενεργείται σε δύο επίπεδα, ένα εσωτερικό και ένα εξωτερικό.

Εξωτερικά, είναι σαφές ότι κάθε «εισερχόμενο μήνυμα», κάθε εξωγενής πληροφορία είναι δόκιμο να εξετάζεται ενδελεχώς έως ότου να γίνει (ολικά) αποδεκτή ή να απορριφθεί, έως ότου δηλαδή να προκαλέσει, πρωτογενώς κάποια μόνιμη αλλαγή στο πνευμετικό μας οικοδόμημα. Αυτό όμως είναι ένα μέρος της δράσης της αμφισβητητικής διαδικασίας. Κάθε εξωγενής πληροφορία που υπόκειται σε αμφισβήτηση οδηγεί, δευτερογενώς, σε μία διαδικασία προβληματισμού πάνω στην ίδια της την φύση, το περιεχόμενο και το νόημά της αλλά και σε μία ευρύτερη διαδικασία αναστοχασμού των ήδη υπαρχουσών ιδεών, της ήδη υπάρχουσας γνώσης που σχετίζεται, άμεσα ή έμμεσα με της «εισβάλουσσα» γνώση. Καθίσταται έτσι πρόδηλο ότι, μία αμφισβήτηση σε εξωτερικό επίπεδο επάγει μία εσωτερική και ολική αμφισβήτηση, ακόμα και χωρίς να έχει κάποιο άλλο, πιο μόνιμο ή δραστικό αποτέλεσμα.

Εσωτερικά λοιπόν, μπορούμε να διακρίνουμε δύο βασικές κατηγορίες αμφισβήτησης: την «έξωθεν» εσωτερική αμφισβήτηση και την «ένδοθεν» εσωτερική αμφισβήτηση. Η μεν πρώτη είναι αυτή που, όπως αναφέρθηκε, προκαλείται από την έλευση και την αμφισβήτηση μίας νέας γνώσης κατά την ώρα της «κρίσης» αυτή της γνώσης, η δε δεύτερη είναι αυτή που έρχεται ως αναζύμωση της υπάρχουσας γνώσης χωρίς να έχει επιδράσει, σαφώς, κάποιο εξωτερικό αίτιο (πληροφορία ή γεγονός). Αυτή η δεύτερη περίπτωση εσωτερικής αμφισβήτησης είναι προϊόν μίας ξεκάθαρα εσωτερική διαδικασίας που βρίσκει την αιτία της όχι έξω από το πνεύμα αλλά προέρχεται από το ίδιο ως μία ύψιστη προσπάθεια πνευματικής αναζήτησης η οποία, ως τέτοια, μπορεί να οδηγήσει σε έντονη εσωτερική ρήξη και κλονισμό του πνευματικού οικοδομήματος της γνώσης.

~

Πού όμως τίθενται τα όρια μεταξύ αμφισβήτησης και απαξίωσης; Είναι μεν αναγκαία η αμφισβήτηση όπως φάνηκε παραπάνω είναι όμως και ξεκάθαρο πώς μπορεί κανείς εύκολα να περάσει την λεπτή διαχωριστική γραμμή και να βρεθεί στο απέναντι στρατόπεδο, να βρεθεί σε μία κατάσταση διαρκούς αστάθειας και απομείωσης της αξίας της γνώσης. Διότι η αξιολόγηση της νέας γνώσης - όπου η αξιολόγηση γίνεται σαφώς μέσω της αμφισβήτησής της - είναι αναγκαίο να γίνει υπό το φως ενός πρότερου γνωσιακού συστήματος το οποίο δεν παραπαίει και αιθεροδρομεί, αλλά χαρακτηρίζεται από μία σφριγηλότητα και ένα σθένος, έτσι ώστε να είναι ικανό να αμφισβητήσει την εισερχόμενη γνώση και να μην υποκύψει αμαχητί σε αυτήν. 

Αυτή όμως η «οπισθοχώρηση» προς την συμπάγεια του υπάρχοντος γνωσιακού συστήματος πρέπει να γίνει με το ένα μάτι στην πλάτη, καθώς αποφεύγοντας τον «δράκο της απαξίωσης» έρχεται όλο και εγγύτερα ο «δράκος του δογματισμού». Διότι, η υπερ-συμπαγοποίηση της δομής που φιλοξενεί την υπάρχουσα γνώση εύκολα οδηγεί - και η ιστορική μνήμη είναι νωπή ακόμα - στο δόγμα, στην πίστη και εμποδίζει πια την αμφισβήτηση που κάποτε την εδραίωσε - μήπως και ιστορικά κάθε αμφισβήτηση δεν γέννησε ένα νέο δόγμα; Εδώ λοιπόν έρχεται η πρώτη ισορροπία που κανείς οφείλει να αναζητήσει· ανάμεσα στην απαξίωση και στο δόγμα, ανάμεσα στην ευλεξία και στην δυσκαμψία του οικοδομήματος.

Είναι όμως και η ίδια η συχνότητα των σεισμών που προκαλεί η αμφισβήτηση, εσωτερική ή εξωτερική, ένα ζήτημα που έχει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση αυτού του οικοδομήματος. Διότι, όπως και για ένα φυσικό κτήριο έτσι και για ένα πνευματικό οικοδόμημα, οι συνεχείς διαταραχές ενδέχεται, αφενός να το αφήσουν τελικά ανέπαφο και, έτσι να το αναδείξουν σε αρχή καθολική, σε αρχή που a priori πια δεν μπορεί εύκολα να αμφισβητηθεί ή, από την άλλη, να το κλονίσουν σοβαρά σε πρώιμο ακόμα στάδιο. Ίσως, όπως ένα γεφύρι που θεμελιώνεται την άνοιξη, που το ποτάμι είναι ορμητικό, έτσι και η γνώση που θεμελιώνεται μέσα σε αδιάκοπη αμφισβήτηση, μπορεί να μην βγει ισχυρότερη - όπως ίσως να ήταν και ο στόχος - αλλά να καταρρεύσει πρόωρα. 

Άλλωστε, για να αρχίσει  να σχηματίζεται το γλυπτό της αλήθειας, δεν χρειάζονται άγαρμπα χτυπήματα, αλλά το χέρι ενός Φειδία.

Καλό βράδυ!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου